относить ~ - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

относить ~ - translation to Αγγλικά


относить      
отнести
v.
refer, relate, put, assign
относить к      

I


см. тж. классифицировать


• It is possible to assign each electron to a particular group according to the kind of interaction it has experienced.


• This plant has been assigned to the genus Kakabekia.


• Rocks of lower metamorphic grade were assigned to the Archeozoic era.


• Magnesium is sometimes classed with the alkaline earths.


• Apophyllite closely resembles the zeolites, with which it is sometimes classified.


• Calcarenites are grouped with the limestones.


• Most lipids may be placed into one of two categories.


• These bacteria were once placed in the genus Aerobacter.


• Charophyta are generally classified with the green algae.


• Such expressions can be carried over to any rotating system.


II


• Those readers interested in ... are referred to Chapter 6.

to charge to expenses      
относить на издержки
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για относить ~
1. Относить или не относить личный интернет-дневник к СМИ - дело каждого пользователя.
2. И привыкли к секретам относить собственную непорядочность.
3. Поэтому относить его к категории значимых несправедливо.
4. Поэтому сотрудникам приходилось относить яйца в инкубатор.
5. И еще он не стесняется относить себя к среднему классу.
Μετάφραση του &#39относить&#39 σε Αγγλικά